Η Iστορία του Κοκκινοπλού σε ένα βίντεο
Ο Κοκκινοπλός Σήμερα
Ο Κοκκινοπλός σήμερα είναι ένα γραφικό χωριό σκαρφαλωμένο στις πλαγιές του Ολύμπου. Τον Χειμώνα έχει λίγους κατοίκους ενώ το καλοκαίρι έχει πολύ περισσότερους διότι προσφέρεται για καλοκαιρινές διακοπές. Πολλοί κάτοικοι αρχίζουν και κτίζουν από την αρχή τα σπίτια τους.
Η Αγ. Παρασκευή, ο Αγ. Χαράλαμπος, ο Αγ. Αθανάσιος, το Αγιονέρι, η πλατεία με τον αιωνόβιο πλάτανο, το μεσοχώρι και το κιόσκι, το παλαιό περιβόλι, οι πολυάριθμες βρύσες, η Κρούτσελη, η Τσιαμάρα είναι μερικά από τα αξιοθέατα.
Από τον Κοκκινοπλό ξεκινούν τα μονοπάτια και οι διαδρομές του Ολύμπου μέσω Ρούδι ή Σταλαγματιάς. Ή προς το Ξηρολάκι, διασχίζοντας τη θαυμάσια κοιλάδα μεταξύ Ολύμπου και Βουλγάρας όπου κάποτε έσφυζε από δραστηριότητες με τους νερόμυλους και τις νεροτριβιές. Ο χρόνος θα δείξει αν το πλούσιο φυσικό κάλλος που περιβάλλει τον Κοκκινοπλό και η σπάνια γεωγραφική του θέση, πάνω στο βουνό των θεών του Όλυμπο, θα αλλάξει και πάλι το ρουν της ιστορίας του και θα τύχει της ανάλογης εκτίμησης.
Ιστορική Αναφορά στον Κοκκινοπλό
Σκαρφαλωμένος σαν αετοφωλιά στη βορειοδυτική πλευρά του βουνού των θεών, τον Όλυμπο, σε υψόμετρο 1250 μέτρων είναι κτισμένος ο Κοκκινοπλός, το μεγαλύτερο βλαχοχώρι του Ολύμπου. Είναι το χωριό με το μεγαλύτερο υψόμετρο πάνω στον Όλυμπο.
Στις άβατες, απρόσιτες κορφές του Ιερού βουνού οι Αρχαίοι πρόγονοί μας τοποθέτησαν την κατοικία των 12 θεών. Από εκεί κυβερνούσαν τους θνητούς. Κι αυτοί έπλασαν πολυάριθμους μύθους για τις θεϊκές τους δραστηριότητες. Στα κατάφυτα βαθιά φαράγγια του βουνού, όπου κυλούν γάργαρα νερά και σχηματίζουν ποτάμια που χύνονται στο Θερμαϊκό και στο Αιγαίο σύμφωνα με τη μυθολογία οι μούσες θρήνησαν το θάνατο του Ορφέα. Αυτά τα ποτάμια , πάντα σύμφωνα με τη μυθολογία χρησιμοποίησε και η γοργόνα η οποία αναζητώντας το Μεγαλέξανδρο έφτασε μέχρι τον Κοκκινοπλό. Για το λόγο αυτό απεικονίζεται στο τέμπλο του Ι. Ναού της Α. Παρασκευής.
Ο Όλυμπος με την πλούσια πανίδα και τη χλωρίδα αποτελεί μοναδικό μνημείο φύσης, ιστορίας και πολιτισμού στον κόσμο. Ο Κοκκινοπλός κτισμένος στις πλαγιές του Ολύμπου ακολουθεί τις τύχες του.
Πότε ακριβώς κτίστηκε δεν μπορεί κανείς να το βεβαιώσει μέχρι σήμερα. Το βέβαιο είναι ότι λόγω της στρατηγικής του θέσης διαδραμάτισε σπουδαίο ρόλο στο πέρασμα των αιώνων. Από τον Κοκκινοπλό αρχίζει το μεγάλο, στρατηγικής σημασίας πέρασμα που ενώνει τη Θεσσαλία με τη Μακεδονία, τη χώρα των Περραιβών με τη χώρα Πιερέων και Μακεδόνων μέσω κομμένης πέτρας –Μπάρας –Πέτρας. Οι Σπαρτιάτες, με το στρατηγό Βρασίδα, κατά τη διάρκεια του Πελλοπονησιακού πολέμου, χρησιμοποίησαν το πέρασμα για να πλήξουν τις παραθαλάσσιες πόλεις της Μακεδονίας που τάχθηκαν στο πλευρό των Αθηναίων, το 424 π.χ..
Οι Μακεδόνες, οι Πιέρρες, και οι Περραιβοί χρησιμοποίησαν το πέρασμα για πολεμικούς και ειρηνικούς σκοπούς. Η Θρησκευτική πρωτεύουσα της Μακεδονίας, το Δίον, δεν ήταν μακριά από τον Κοκκινοπλό. Μέσω της Μπάρας η επικοινωνία ήταν συνεχής και είναι μέχρι σήμερα. Άλλωστε σήμερα ένα μεγάλο μέρος των κατοίκων στο Δίον είναι Κοκκινοπλίτες.
Από τα στενά της Μπάρας πέρασε ο Νικηφόρος Ουρανός και κατατρόπωσε τους Βουλγάρους του Σαμουήλ στην περιοχή της Λαμίας.
Το 168 π.χ. το Μακεδονικό κράτος υποτάχθηκε στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Οι Ρωμαίοι υπό τον Μάρκιο Φίλιππο και τον Αιμίλιο Παύλο χρησιμοποίησαν τη διάβαση μέσω της Μπάρας και νίκησαν τον Περσέα στη μάχη της Πύδνας. Για τη φύλαξη των κτήσεών τους και κυρίως των ορεινών περιοχών, χρησιμοποίησαν ντόπιους κατοίκους υπό την επίβλεψη Ρωμαίων αξιωματούχων. Οι κάτοικοι αυτοί από τη συμβίωση με τους Ρωμαίους σιγά -σιγά εκλατινίστηκαν και απέκτησαν διγλωσσία μια γλώσσα με ελληνικά και λατινικά στοιχεία που δεν είναι άλλη από τη σημερινή «βλάχικη». Έτσι δημιουργήθηκαν τα βλαχοχώρια σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας, κυρίως ορεινές και στρατηγικής σημασίας.. Στην κατηγορία αυτή συγκαταλέγεται και ο Κοκκινοπλός. Αναφορά στο βλάχικο στοιχείο υπάρχει σε γραπτά μνημεία του 10ου αιώνα από τον Κεδρινό, ενώ τα βλαχοχώρια του Ολύμπου καταγράφονται το 1212 από τους γεωγράφους Στράβωνα και Κεκαυμένο.
Ο Κοκκινοπλός το όνομα του οποίο προέρχεται κατά πάσα πιθανότητα από παραφθορά του κόκκινου πηλού, που υπάρχει στην περιοχή, με την ονομασία αυτή έχει ζωή που υπερβαίνει τα 800 με 900 χρόνια. Ίσως υπήρχε και πιο πριν με διαφορετική ονομασία. Κατακτήθηκε από τους Τούρκους το 1442 μ.χ., συγκεκριμένα από τον Τουρχάν Πασά. Χαρακτηρίστηκε τσιφλίκι που υπάχθηκε σε Σουλτανικό ίδρυμα της Κωνσταντινούπολης και είχε πολλά προνόμια. Το 1669 με ειδικό φιρμάνι ανακηρύχθηκε η υπαγωγή του Κοκκινοπλού σε Σουλτανικό Βακούφι. Το 1600 μεγάλη επιδημία πανώλης έπληξε το χωριό. Οι κάτοικοι για να επιβιώσουν διασκορπίστηκαν στις γύρω περιοχές, Αι-Γιώργη, Κελανίτη, Παλαιοχώρα, Παλιάμπελα, Μπαρακάδες, Μπάρα και έκαναν μικρούς οικισμούς. Άλλοι έφυγαν σε πιο μακρινές περιοχές. Μετά από αρκετά χρόνια άρχισαν να επιστρέφουν στον Κοκκινοπλό. Το 1600 θεωρείται και η χρονολογία που κτίστηκε η εκκλησία του Αγ. Χαραλάμπου ενώ η Αγ. Παρασκευή χρονολογείται το 1746. Το κτίσιμό της συνδυάζεται με μεγάλη ανάπτυξη του χωριού που φαίνεται πως δεν κράτησε πολλά χρονιά.
Το 1770 μετά τα Ορλοφικά η περιοχή περιήλθε στον Αλή Πασά των Ιωαννίνων. Ο υιός του, Βελή-πασάς αφαίρεσε τα προνόμια και άσκησε τυραννική εξουσία. Σαν να μην έφτανε αυτό το 1813 νέα επιδημία χολέρας έπληξε το χωριό και πολλοί κάτοικοι αναγκάστηκαν να το εγκαταλείψουν.
Τo 1821 ο Κοκκινοπλός καθώς και όλα τα παρολύμπια χωριά επαναστάτησαν. Η έκβαση της επανάστασης ήταν ατυχής και οι Τούρκοι κατέλαβαν ένα – ένα τα χωριά. Στις 24 Μρτίου του 1822 οι Τούρκοι κατέλαβαν τον Κοκκινοπλό, τον λεηλάτησαν και τον πυρπόλησαν. Δεν έμεινε τίποτε, ούτε και η εκκλησία της Αγ. Παρασκευής. Να πως περιγράφει ο ηγούμενος της Ι.Μονής Αγ. Τριάδας Σπαρμού, Παπα-Παρθένιος την καταστροφή. «1822, Μαρτίου 24, ημέρα Παρασκευή ήρθε το ασκέρι στο χωριό και δραγούμησε όλο το βιός και βρήκαν όλες τις κρυψώνες και έκαψαν και την εκκλησία και όλα τα σπίτια». Οι κάτοικοι πήραν το δρόμο της ξενιτιάς. Τόποι υποδοχής ήταν η Κοζάνη, η Κατερίνη, η Θεσσαλονίκη, η Ηράκλεια Σερρών, η Νιγρίτα και ακόμα η Φιλιππούπολη.
To 1832 κάποιοι Κοκκινοπλίτες αρχίζουν να επιστρέφουν και να ξανακτίζουν τα σπίτια τους.
To 1854 γίνεται νέα επανάσταση στην περιοχή του Ολύμπου που δυστυχώς και αυτή καταπνίγεται. Στον Κοκκινοπλό φιλοξενείται ένα από τα σώματα της επανάστασης μέχρι τη διάλυσή του1878.
Η επανάσταση της Μακεδονίας στην περιοχή Ολύμπου, Λιτοχώρου, Πλαταμώνα, Πέτρας κλπ. Και αυτή η επανάσταση δεν έχει αίσια έκβαση και οι Τούρκοι καταλαμβάνουν το Κολυνδρό, πυρπολούν το Λιτόχωρο, τον Κοκκινοπλίτικο οικισμό Δίον κλπ. Ο αρχηγός του Μακεδονικού αγώνα Κοσμάς Δουμπιώτης πήρε το δρόμο για τον Κοκκινοπλό. Ακολούθησε ο Τούρκικος στρατός. Στη θέση «Κομμένη Πέτρα» οι Κοκκινοπλίτες τρέπουν σε φυγή τον Τούρκικο στρατό. Το χωριό σώζεται, το ίδιο και το αρχηγείο της επανάστασης.
Το 1904- 1907 ο Κοκκινοπλός γίνεται κέντρο διέλευσης αγωνιστών του Μακεδονικού Αγώνα και σταθμός εφοδιασμού με τρόφιμα, οπλισμό των αντάρτικων ομάδων. Ταυτόχρονα συγκροτείται εθελοντικό σώμα από 20 νεαρούς Κοκκινοπλίτες που παίρνουν μέρος στον Μακεδονικό Αγώνα .
Κατά το 1908 πολλοί Κοκκινοπλίτες για να βρουν την τύχη τους και να αποφύγουν τη στράτευση στον τουρκικό στρατό ξενιτεύονται στην Αμερική.
«Σαράντα μέρες θάλασσα, φουρτούνες και σκοντάματα», τόσο διαρκούσε το υπερπόντιο ταξίδι στην Αμερική.
Στην Αμερική δεν ξεχνούν την Πατρίδα . Συγκεντρώνουν και στέλνουν χρήματα για τον Αγώνα, κάνουν διαμαρτυρίες και όταν ήρθε η ώρα του Αγώνα πολλοί γύρισαν πίσω και πήραν μέρος στους απελευθερωτικούς πολέμους.
Το 1911 Κοκκινοπλίτες σε συνεργασία με το προξενείο Ελασσόνας και ληστών του Ολύμπου οργανώνουν την απαγωγή του Γερμανού περιηγητή Ρίχτερ. Οι διπλωματικές συνέπειες για την Τουρκία είναι σημαντικές. Δεν μπορεί να προσφέρει ασφάλεια ούτε στους προστατευόμενούς της.
Το 1912 και στις 8 Οκτωβρίου, δύο μέρες μετά την απελευθέρωση της Ελασσόνας, απελευθερώνεται ο Κοκκινοπλός. Μεσολάβησε μια περίοδος σημαντικής αναδημιουργίας του χωριού με κυριότερες δραστηριότητες των κατοίκων την κτηνοτροφία, τη γεωργία, την υλοτομία, τους νερόμυλους, τις νεροτριβές, τα ασβεστοκάμινα, τις μεταφορές (με τους κυρατζήδες), τα υφαντά, την ραπτική, την κατασκευή γεωργικών εργαλείων(σιδεράδες), τις οικοδομές(κτίστες) κλπ.. Ο πληθυσμός ξεπέρασε του 2300 κατοίκους και για άλλους έφτασε τους 3.500 κατοίκους. Στο σχολείο φοιτούσαν περισσότεροι από 300 μαθητές. Κατά τη διάρκεια του Β΄ παγκόσμιου πολέμου η περιοχή έγινε πεδίο μάχης μεταξύ του Γερμανικού στρατού και του στρατού των συμμάχων. Η βοήθεια που πρόσφεραν οι κάτοικοι στο συμμαχικό στρατό (Άγγλοι, Νεοζηλανδοί κλπ.) είχε σαν αποτέλεσμα να λεηλατηθεί το χωριό από τους Ιταλούς και να καούν 150 περίπου σπίτια το 1943. Το επόμενο χρόνο οι Γερμανοί αφού βομβάρδισαν με όλμους και έσπειραν τον θάνατο στη συνέχεια έκαψαν και τα υπόλοιπα σπίτια, περίπου 500. Σώθηκαν μόνο 30-40 σπίτια και η εκκλησία της Αγ. Παρασκευής.
Οι κάτοικοι εγκατέλειψαν και πάλι το χωριό. Πολλοί πήγαν στην Κατερίνη, τη Θεσσαλονίκη και δεν ξαναγύρισαν. Άλλοι πήγαν στα Καλύβια ( τον Άη Γιώργη) και άλλοι με ενδιάμεσο σταθμό την Ολυμπιάδα, στα χρόνια του εμφυλίου κατέληξαν στην Καλλιθέα. Στο χωριό γύρισαν ελάχιστοι. Μετά δε και τη δημιουργία του νέου οικισμού (των Καλυβίων) το 1950, αρκετοί εγκαταστάθηκαν στα Καλύβια και βοήθησαν στην εξέλιξή του.
Όσοι πήγαν σε πιο μακρινές περιοχές δεν ξαναγύρισαν ποτέ.